Μίλητος — Μί̱λητος , Μίλητος fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μίλητος — I Μυθολογικό πρόσωπο, ιδρυτής της Μιλήτου, φίλος του Σαρπηδόνα. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν τον μύθο του με μερικές παραλλαγές. Ο Απολλόδωρος υποστηρίζει πως ήταν γιος του Απόλλωνα και της Αρείας, ενώ ο Οβίδιος τον αποκαλεί Δικωνίδη, δηλαδή… … Dictionary of Greek
Μίλητος — η σημαντική πόλη της αρχαίας ελληνικής Ιωνίας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Милет — (Μίλητος) самый могущественный и богатый из ионийских городов в Малой Азии, лежал на Карийском берегу, на южном краю Латмийского залива, к югу от устья реки Меандр; по преданию, был основан ионийскими выходцами из Аттики, под начальством Нелея, в … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Organismós Sidirodrómon Elládos — Infobox Company company name = Organismos Sidirodromon Ellados (O.S.E.) company type = State owned group of companies company company slogan = Speeding to the Future (Με Ταχύτητα στο Μέλλον) foundation = 1877 (Hellenic Railways) / January 1, 1971 … Wikipedia
Hellenic Railways Organisation — Hellenic Railways Organization Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος Type State owned group of companies Industry Rail transport Founded 1 January 1971 … Wikipedia
Μίλατος — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 50 μ., 208 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μιραμπέλλου του νομού Λασιθίου. Βρίσκεται ΒΔ προς τα παράλια του κόλπου των Μαλιών. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νεάπολης. Ιστορία. Η Μ. είναι χτισμένη στην περιοχή της ομώνυμης αρχαίας … Dictionary of Greek
Miletus — This article is about the ancient city of Anatolia. For other uses, see Miletus (disambiguation). Miletus Μίλητος Ancient Polis Turkish transcription(s) – Modern name Milet … Wikipedia
Milet — (grc) Μίλητος Théâtre et site archéologique de Milet … Wikipédia en Français
Милет (значения) — Милет: Милет (греч. Μίλητος) древний город в Малой Азии Милет (греч. Μίλητος) в греческой мифологии эпоним Милета Милет (греч. Μύλητος) в греческой мифологии царь Лаконии … Википедия
Μιλήσιος — α, ο (Α Μιλήσιος, ία, ον θηλ. και Μιλησίς και ιων. τ. Μιλησίη) το αρσ. και θηλ. ως ουσ. ο κάτοικος τής Μιλήτου, αρχαίας ελληνικής πόλης τής Μ. Ασίας αρχ. 1. μιλησιακός 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ Μιλησίη η Μίλητος. [ΕΤΥΜΟΛ. < Μίλητος + κατάλ. ιος, με … Dictionary of Greek